- Ἐπινίκου
- Ἐπίνικοςmasc gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἐπινίκου — ἐπίνικος masc/fem/neut gen sg ἐπινικιος of victory masc/fem/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)